Την αύξηση του κατώτατου μισθού και την αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων, ανακοίνωσε στο χθεσινό του μήνυμα για την Πρωτομαγιά ο Πρωθυπουργός, επιβεβαιώνοντας τις προθέσεις της κυβέρνησης να κρατά ανοικτά όλα τα εκλογικά σενάρια, ψάχνοντας την κατάλληλη χρονική στιγμή για να στήσει τις κάλπες των επόμενων εθνικών εκλογών.
Ωστόσο, σύμφωνα με τις πληροφορίες που υπάρχουν, δεν υπάρχει κάποια εξέλιξη στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους Θεσμούς για αυτά τα δύο μείζονα κοινωνικά ζητήματα. Η κυβέρνηση, μέσω της υπουργού Εργασίας Έφης Αχτσιόγλου, τα είχε θέσει στην αρχή των συζητήσεων για την τέταρτη αξιολόγηση ως άμεσες κινήσεις αμέσως μετά τον Αύγουστο αλλά οι Θεσμοί τα είχαν απορρίψει αφήνοντας το ενδεχόμενο να αποτελέσουν μέρος των μεταμνημονιακών ελέγχων, «όχι όμως για να εφαρμοστούν πριν από το 2020».
Οι πληροφορίες επιμένουν ότι με τον ίδιο τρόπο αντιμετωπίζεται από τους Θεσμούς και η εφαρμογή των «αντίμετρων» που εντάσσεται στη συμφωνία πακέτο με τα μέτρα διευθέτησης χρέους και τη σύνδεσή τους με σκληρούς όρους εποπτείας, ενώ είναι αρνητικά τα μέχρι στιγμής νέα για την προσπάθεια της κυβέρνησης να αναβληθεί η μείωση των συντάξεων από 1/1/2019 και να αποκρουστεί η πίεση του ΔΝΤ για επίσπευση της μείωσης του αφορολογήτου κατά ένα χρόνο.
Στο ερώτημα «γιατί ο πρωθυπουργός επανέρχεται στην αύξηση του κατώτατου μισθού και την αποκατάσταση των συλλογικών συμβάσεων κυβερνητικές πηγές απαντούν ότι «και τα δύο αυτά θέματα ποτέ δεν εγκαταλείφθηκαν από την κυβέρνηση και τίθενται συνεχώς στις διαπραγματεύσεις…».
Ο κ. Τσίπρας από τη μία προσπαθεί να διαψεύσει επισήμως τις πρόωρες εκλογές και από την άλλη προσθέτει στη δημόσια συζήτηση υποσχέσεις προεκλογικού χαρακτήρα. Εκεί εντάσσουν τα ίδια τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και τις ανακοινώσεις του υπουργού Παιδείας Κώστα Γαβρόγλου για αλλαγές που θα διευκολύνουν την εισαγωγή σε ΑΕΙ και ΤΕΙ.
Ο επιλεκτικός χειρισμός των πληροφοριών και των ειδήσεων που έρχονται από τις διαπραγματεύσεις παραπέμπουν στην περίοδο πριν τον Μάιο του 2015 και την διαπραγμάτευση Βαρουφάκη (χωρίς τα διακυβεύματα και την ένταση εκείνης της περιόδου) όπου άλλα έλεγε η κυβέρνηση και άλλα έλεγαν οι Θεσμοί.
Η κυβέρνηση παρουσίασε επιλεκτικά την έκθεση του ΟΟΣΑ για την ελληνική οικονομία περί αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης στα 71 έτη, περί επέκτασης του συντελεστή ΦΠΑ 24% παντού αντί για 13%, περί νέων αλλαγών στην αγορά εργασίας και στη φορολογία. Όλα αυτά, ο κ. Τσίπρας προσπάθησε να τα «καλύψει» με τις αγκαλιές και τα χαμόγελα με τον κ. Γκουρία και τις αισιόδοξες γενικολογίες για την ελληνική οικονομία.
Η πραγματικότητα είναι ότι η τελική ευθεία προς τις υπογραφές για τη συμφωνία – πακέτο και το τυπικό τέλος του προγράμματος, δεν προχωρά όπως το είχαν σχεδιάσει στο Μέγαρο Μαξίμου. Αυτός είναι και ο βαθύτερος λόγος της έντασης και του εκνευρισμού που επικρατεί όχι μόνο στο εσωτερικό της κυβέρνησης (μέτωπο Τσακαλώτου – Παππά, Κοντονή – Τόσκα κ.ά.), του ΣΥΡΙΖΑ (μέτωπο προεδρικών που προσπαθούν να ενωθούν με τους 53+), ή των δύο κομμάτων της συγκυβέρνησης με βουλευτές και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ που μαλλιοτραβιούνται καθημερινά μπροστά στις τηλεοπτικές κάμερες. Επίκειται επανασχεδιασμός με βάση τις πραγματικές εξελίξεις στις διαπραγματεύσεις με τους Θεσμούς και την πορεία των εθνικών θεμάτων. Χθες, ο κ. Κοτζιάς είπε στον ΣΚΑΪ ότι το χρονικό ορόσημο του Ιουνίου δεν πιάνεται τελικά και περιμένει θετικές εξελίξεις σε περίπου τέσσερις μήνες. Δηλαδή τον Αύγουστο, μαζί με τις υπογραφές για την έξοδο από το μνημόνιο.