Αυξημένη ανησυχία καταγράφεται στο Βερολίνο για το ενδεχόμενο μίας νέας κρίσης στην Ευρωζώνη, αναφέρει δημοσίευμα της γερμανικής εφημερίδας Handelsblatt.Τον φόβο της γερμανικής κυβέρνησης για μια νέα ευρωκρίση αναλύει η Handelsblatt, με την υλοποίηση του ελληνικού προγράμματος στήριξης να αποτελεί ακόμη βασικό λόγο ανησυχίας για το Βερολίνο.
Αναφέρεται επίσης στην ανησυχία της γερμανικής κυβέρνησης για τη νομισματική ένωση. Είτε πρόκειται για τη διαμάχη αναφορικά με το ελληνικό πρόγραμμα διάσωσης είτε για την εκροή κεφαλαίων από την Ιταλία, αυξάνονται τα σημάδια κρίσης από τη ζώνη του ευρώ.
Η γερμανική κυβέρνηση είναι θορυβημένη, μολονότι δεν το εκφράζει δημόσια”, σημειώνει η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt στο σημερινό πρωτοσέλιδό της. Στο αναλυτικό δημοσίευμα που ακολουθεί εξηγεί τους λόγους για τους οποίους το Βερολίνο παραμένει σε διαρκή εγρήγορση.
Το δημοσίευμα αναφέρει ότι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος φρόντισε για μία ειρηνική χριστουγεννιάτικη διάθεση, καθώς έστειλε στον Γερούν Ντάισεμπλουμ την επιστολή, με την οποία επιβεβαίωνε τη διατήρηση των όρων του προγράμματος.
Ο Ντάισελμπλουμ αντέδρασε ανακουφισμένος και μεταδόθηκε ότι έχει τελειώσει η διαμάχη και αποφεύχθηκε η κλιμάκωση. Στην πραγματικότητα, όμως, προσθέτει η εφημερίδα, αυξάνεται η ανησυχία για μία νέα κρίση.
Όπως επισημαίνει η Handelsblatt «πουθενά αλλού η κρίση δεν είναι πιο αισθητή από ό,τι την Ελλάδα. Ο Τσίπρας είναι υπό πίεση και γίνεται λόγος για πρόωρες εκλογές. Δηλαδή, αναζητά ενόχους. Ο έμπιστος συνεργάτης του και υπ. Τηλεπικοινωνιών Νίκος Παππάς δήλωσε εκ νέου ότι είναι προφανές ότι ο Σόιμπλε από την αρχή δεν ήθελε να πετύχει το ελληνικό πρόγραμμα.»
Η Handelsblatt υπενθυμίζει ότι οι διαφωνίες μεταξύ Σόιμπλε και ΔΝΤ παραμένουν, ενώ η όποια λύση φαντάζει ακόμη μακρινή. Εν τέλει απομένει μόνο το Eurogroup στα τέλη Ιανουαρίου, αναφέρει η εφημερίδα, ενώ στη συνέχεια ακολουθούν εκλογές σε Ολλανδία, Γαλλία και Γερμανία.
«Η λύση πρέπει να βρεθεί νωρίτερα. Η Αθήνα μπορεί να τα βγάλει πέρα (σσ:οικονομικά) μέχρι τον Ιούνιο, εκτιμούν οι πιστωτές. (…) Κάτι τέτοιο θα οδηγούσε σε επανάληψη του Ιουνίου του 2015», κλείνει το δημοσίευμα, επικαλούμενο μέλος της γερμανικής κυβέρνησης.