Έντονη κριτική ασκεί το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής (ΓΠΒ) στην κυβέρνηση σχετικά με τις προβλέψεις της για την οικονομία και τις σχεδιαζόμενες πολιτικές της, όπως αυτές αποτυπώνονται στο προσχέδιο του νέου προϋπολογισμού. Οι οικονομολόγοι του Γραφείου υποστηρίζουν ότι το προσχέδιο του προϋπολογισμού του 2017, αν και προβλέπει ανάπτυξη 2,7% για το επόμενο έτος, έχει «βραχυπρόθεσμα έντονα υφεσιακό χαρακτήρα», ενώ ταυτόχρονα σημειώνουν ότι προωθεί «φοροκεντρική λιτότητα», αναδεικνύοντας με τον τρόπο αυτόν ότι με τα νέα φορολογικά μέτρα δεν μπορεί να στηριχθεί η ανάπτυξη. Το ΓΠΒ υποστηρίζει ότι η εκτίμηση του οικονομικού επιτελείου για την αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης, των επενδύσεων και των εξαγωγών μπορούν να χαρακτηριστούν «αρκετά αισιόδοξες».
Παράλληλα, σημειώνει ότι το μείγμα της οικονομικής πολιτικής θα οδηγήσει σε μείωση των εσόδων σε σχέση με τους στόχους αποτελώντας εμπόδιο στην επίτευξη θετικών ρυθμών ανάπτυξης.
Μάλιστα, το Γραφείο υποστηρίζει πως το ίδιο το προσχέδιο «αποδομεί εν μέρει» επιχειρήματά του. Στο προσχέδιο αναφέρεται ότι η επιστροφή στην ανάκαμψη θα στηριχθεί κυρίως στη «συνεπή εφαρμογή του προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας, σε συνδυασμό με τη σταδιακή χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και την πρόοδο στους τομείς της διευθέτησης μη εξυπηρετούμενων δανείων και δομικών αλλαγών». Ωστόσο, το ΓΠΒ επισημαίνει ότι το εν λόγω επιχείρημα αποδομείται από την πρόβλεψη για πολύ λιγότερα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις και την καθυστέρηση στη λύση του προβλήματος των «κόκκινων» δανείων και την προώθηση των «δομικών αλλαγών». Πέραν αυτών, το ΓΠΒ επισημαίνει πως τους επόμενους μήνες θα αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία η αναθεώρηση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα προς τα κάτω και η οριστική «διευθέτηση» του χρέους. Επισημαίνει, μάλιστα, ότι είναι πολύ δύσκολο να διατηρηθεί για πολλά χρόνια ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά τα μέτρα του 2017 που περιλαμβάνονται στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, αυτά ανέρχονται στα 2,59 δισ. ευρώ και μόλις το 3% αφορά εξοικονομήσεις δαπανών, ενώ το 96,6% αφορά αύξηση εσόδων, με το ΓΠΒ να αναφέρει ότι «οι αναλογίες αυτές κάνουν εμφανή τον φοροκεντρικό χαρακτήρα του προσχεδίου». Κάτι το οποίο δημιουργεί ένα ασφυκτικό περιβάλλον στην υπό ανάκαμψη οικονομία, επιτείνοντας την ύφεση ή περιορίζοντας τις προοπτικές ανάκαμψής της, όπως επισημαίνεται. «Μολονότι τυχόν μειώσεις δαπανών αντί αυξήσεων φόρων θα είχαν πιθανόν μικρότερη άμεση υφεσιακή επίπτωση, το σημαντικότερο είναι ότι οι αυξήσεις φόρων αποθαρρύνουν την εργασία και την επιχειρηματικότητα (από την πλευρά της προσφοράς) και επομένως θολώνουν τις προοπτικές ανάκαμψης», αναφέρεται χαρακτηριστικά. Και καλεί την κυβέρνηση να προχωρήσει άμεσα σε ανακατανομή δαπανών υπέρ των αδύναμων κοινωνικών ομάδων.
Πέραν αυτών, το ΓΠΒ επαναλαμβάνει τις αμφιβολίες του για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, παρά τις πρόσφατες αλλαγές. Επίσης, ασκεί κριτική και για τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, αλλά και στην ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών.